- ταχυδρόμος
- Τίτλος ελληνικών εφημερίδων και περιοδικών.
1. Εφημερίδα της Κεφαλονιάς. Ιδρύθηκε το 1868.
2. Καθημερινή ελληνική εφημερίδα με έδρα την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Ιδρύθηκε το 1880 και είναι η αρχαιότερη ελληνική εφημερίδα σε όλο τον κόσμο, που εξακολουθεί να εκδίδεται. To 1897 ο Τ. συγχωνεύτηκε με την επίσης αλεξανδρινή ελληνική εφημερίδα Μεταρρύθμιση και, αργότερα, και με την εφημερίδα Ομόνοια. Στην εφημερίδα αυτή, αρχισυντάκτης διετέλεσε ο κορυφαίος δημοσιογράφος που ανέδειξε ο Ελληνισμός της Αιγύπτου, Σωτήριος Λιάτσης.
3. Εφημερίδα της Κωνσταντινούπολης. Ιδρύθηκε το 1898.
4. Καθημερινή εφημερίδα της Θεσσαλονίκης. Ιδρύθηκε το 1920.
5. Εφημερίδα του Σικάγου. Ιδρύθηκε το 1924.
6. Καθημερινή εφημερίδα του Βόλου. Ιδρύθηκε το 1917 από τον Αλέξανδρο Μέρο.
7. Καθημερινή εφημερίδα της Μυτιλήνης. Ιδρύθηκε το 1925 από τον Στρατή Μυριβήλη.
8. Καθημερινή εφημερίδα της Καβάλας. Ιδρύθηκε το 1932.
9. Αθηναϊκό εβδομαδιαίο περιοδικό ποικίλης ύλης. Ιδρύθηκε το 1954 από τον δημοσιογραφικό οργανισμό Λαμπράκη.
Παρακάτω αναφέρονται διάφορες εφημερίδες που είχαν τον τίτλο Τ. συμπληρωμένο και με άλλες λέξεις:
1. Τ. Αθηνών. Ιδρύθηκε το 1871 στην Αθήνα.
2. Τ. Ανατολής, α. Εβδομαδιαία εφημερίδα που εκδιδόταν στην Αίγινα και μετά στην Πάτρα. Ιδρύθηκε το 1828. β. Δεκαήμερη αθηναϊκή εφημερίδα. Ιδρύθηκε το 1844. γ. Αθηναϊκή εφημερίδα. Ιδρύθηκε το 1903.
3. Τ. Βορείου Ελλάδος. Εβδομαδιαία εφημερίδα της Έδεσσας. Ιδρύθηκε το 1930.
4. Τ. της Ελλάδος. Δεκαπενθήμερη εφημερίδα της Αίγινας. Ιδρύθηκε το 1828.
5. Τ. της Θράκης. Καθημερινή εφημερίδα της Αδριανούπολης. Ιδρύθηκε το 1921.
6. Τ. των Ιωαννίνων. Ιδρύθηκε το 1925.
7. Τ. Καλαμών. Ιδρύθηκε το 1908.
8. Τ. της Λακωνίας. Εφημερίδα της Σπάρτης. Ιδρύθηκε το 1921.
9. Τ. Πατρών. Ιδρύθηκε το 1884.
10. Τ. της Σμύρνης. Ιδρύθηκε το 1828.
11. Τ. Τεργέστης. Ιδρύθηκε το 1908.
* * *ο, η / ταχυδρόμος, -ον, ΝΜΑνεοελλ.1. ταχυδρομικός διανομέας2. αυτός που μεταφέρει το ταχυδρομείο εκεί όπου δεν υπάρχει άλλη συγκοινωνία («έφιππος ταχυδρόμος»)μσν.-αρχ.αυτός που τρέχει γρήγορα («ταχυδρόμον ἅρμα λεόντων», Ορφ. Ύμν.)αρχ.1. αγγελιαφόρος ο οποίος διεκπεραιώνει με ταχύτητα την αποστολή του2. δρομέας.[ΕΤΥΜΟΛ. < ταχυ-* + δρομος (πρβλ. πολύ-δρομος)].
Dictionary of Greek. 2013.